Δυναμώνει η βροχή έξω, το ίδιο και μέσα και μουσκεύει κάθε σκέψη μου.
Ψάχνεις να βρεις απαντήσεις και η μόνη παρηγοριά είναι η απομόνωση. Μια απομόνωση αλλόκοτη μέσα στην οποία μόνο βρίσκεις ζεστασιά εκεί που είσαι μόνος με τον εαυτό σου και σε κρατάνε παρέα ένα τραγούδι και ένα τσιγάρο. Πόσο περίεργο φαντάζει αλήθεια…?
Κι αρχίζεις το ξαναμέτρημα. Το πρόβλημα είναι ότι δεν αλλάζει το αποτέλεσμα στο οποίο καταλήγεις. Όσες φορές κι αν τα βάλεις κάτω, τίποτα δεν αλλάζει και επιβεβαιώνεται το κάθε τι όπως ο ήλιος επιβεβαιώνει το ξημέρωμα. Μου το έλεγαν, αλλά εγώ το δικό μου… δε μπορεί, εγώ ξέρω καλύτερα…
Πόσο μαγικές είναι αλήθεια αυτές οι κρυψώνες που σκαρώνουμε όλοι μας για τις δύσκολες στιγμές. Κρυψώνες ολοσκότεινες στα ξένα μάτια, μα ολόφωτες στην ψυχή μας. Φέρνεις για παρέα εικόνες μακρινές, χαρούμενες γεμάτες χρώματα και τις βάζεις να κάτσουν δίπλα σου για να τους κλέψεις τη δύναμη της στιγμής εκείνης …και ‘κείνες δε στο αρνιούνται. Γι’αύτο άλλωστε γεννήθηκαν!
Από την άλλη θα γούσταρες όσο τίποτα αυτές τις ώρες να δεις έναν κολλητό, να κάτσεις να τα πεις, να πιεις μια ρακί, αλλά δε γίνεται για ρουτινιασμένους λόγους που τους βλέπεις μπροστά σου και συνεχίζεις και ‘συ να προχωράς. Δε γίνεται! Όχι δε γίνεται κι όμως το βλέπεις μπροστά σου…